Για λόγους οι οποίοι δεν είναι γνωστοί, ορισμένα άτομα, κυρίως γυναίκες, αρχίζουν στη μέση ηλικία να εμφανίζουν βλαισοπλατυποδία, ενώ μέχρι τότε δεν είχαν παρατηρήσει κάποια παραμόρφωση.
Ο πόνος που εντοπίζεται στο οπίσθιο τμήμα του ποδιού και συνδυάζεται με την βλαισότητα (προς τα έξω απόκλιση του ποδιού), οφείλεται σε τενοντίτιδα του οπισθίου κνημιαίου μυός. Καθώς ο τένων διατείνεται (ξεχηλώνεται), η πτέρνα παρεκτοπίζεται προς τα έξω και προοδευτικά χάνεται η καμάρα του ποδιού. Η κατάσταση αυτή δυσκολεύει σημαντικά τον/την ασθενή καθώς κάνει τη βάδιση ιδιαίτερα επώδυνη.
Πιο βαρειά και δυσκολότερη στην αντιμετώπισή της είναι η πλαυτυποδία που οφείλεται σε οστικές παραμορφώσεις (ατελείς συνοστεώσεις). Αυτές είναι κατά κανόνα αμφοτερόπλευρες και γίνονται αντιληπτές ήδη από την εφηβική περίοδο.
Διάφορα υποστηρικτικά ένθετα (πάτοι) χρησιμοποιούνται σε αρχικά στάδια αλλά η αποτελεσματικότητά τους είναι πολύ περιορισμένη. Η χειρουργική θεραπεία αποσκοπεί στο να επαναφέρει το πόδι στους ανατομικούς άξονες. Οι χειρουργικές τεχνικές είναι συνήθως συνδυασμοί τενοντομεταφορών, οστεοτομιών και/ή αρθροδέσεων. Σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση η τεχνική που επιλέγεται εξαρτάται από την ηλικία του/της ασθενούς, το βάρος, τον βαθμό της παραμόρφωσης και από το αν έχει αναπτυχθεί αρθρίτιδα στις παρακείμενες αρθρώσεις.
Οι εγχειρήσεις πραγματοποιούνται υπό γενική ή ραχιαία αναισθησία. Ο χρόνος παραμονής στο νοσοκομείο είναι λίγες μέρες. Μετεγχειρητικώς μπορεί να χρειαστεί να τοποθετηθεί γύψος ή άλλου είδους νάρθηκας επί μερικές εβδομάδες. Η μετεγχειρητική φόρτιση του σκέλους επιτρέπεται ανάλογα με το είδος της επέμβασης. Τα ράμματα αφαιρούνται 2 εβδομάδες μετά από την επεμβαση.